Η Κατερίνα Γώγου δεν έκανε ποίηση. Ήταν η ίδια ποίηση.
Έγραφε γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, για να μην εκραγεί, για να μην τρελαθεί, όπως έλεγε κι η ίδια. Έκανε τον πόνο της και τις απογοητεύσεις της στίχο. Αυτό, θα μου πεις, το κάνουν πολλοί. Ίσα -ίσα, θα σου απαντήσω. Η Κατερίνα Γώγου ήταν και θα παραμείνει πάντα ένα πράγμα: Αληθινή-όπως ο πόνος της, η κραυγή της, η απελπισία της, η απόγνωσή της. Μέσα από το γράψιμό της προσπαθούσε να βρει διεξόδους. Οι στίχοι της σου μιλάνε, όταν τη διαβάζεις είναι σαν να την ακούς να τα λέει σε εσένα προσωπικά- σε κανέναν άλλο. Έγινε μια κραυγή απελπισίας απέναντι στο σύστημα αξιών της εποχής της και είχε πάντα μεγάλη απήχηση στους νέους ανθρώπους- αιώνια οργισμένη έφηβη κι αυτή, βλέπεις, με μια φωνή αυθεντική και τόσο ιδιαίτερη. Ο λόγος της σε αναγκάζει να την αγαπήσεις. Δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς. Και χαίρεσαι ιδιαιτέρως γι’ αυτό.
Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο απ’ όλα, είναι ο τρόπος που έχουν χρησιμοποιηθεί οι εξαρτήσεις της Κατερίνας Γώγου για να απαξιωθεί η ποιητική της αξία και να θεωρηθεί «ποιήτρια του περιθωρίου». Η Κατερίνα με την ασυμβίβαστη παρουσία της πάντα απουσιάζει από ανθολογίες των ποιητών της γενιάς της και ο λόγος της απαξιώθηκε λογοτεχνικά και χαρακτηρίστηκε ακόμα και «χυδαίος». Η ποίησή της διακρίνεται από μια προφορικότητα στο λόγο- κάτι που έλειπε από τα γραπτά της εποχής. Εκεί έγκειται και η μεγάλη αμεσότητά της. Δεν ακολουθεί τους λογοτεχνικούς κανόνες της εποχής της και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε να ασπαστεί το «πολιτικά ορθό» στην ποίηση. Η ίδια χαρακτηριστικά γράφει: «Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω ποιητής. Μην κλειστώ στο δωμάτιο ν’ αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν». Δεν υψώνει κανένα τείχος μεταξύ Τέχνης και Ζωής. Η ίδια συμμετέχει ενεργά με τη δράση της στην κοινωνία και κάνει «τέχνη πολιτική». Στην Κατερίνα Γώγου, η Τέχνη και η Ζωή γίνονται ένα.
Η ίδια συνήθιζε να λέει πως γράφει «από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή». Πώς ξεκίνησε, όμως, να γράφει; «Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι’ αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα», έλεγε σε μια παλιά συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία.
Ήταν έξω από οποιουδήποτε τύπου εκδοτικά και καλλιτεχνικά κυκλώματα. Δεν την ένοιαξαν ποτέ οι δημόσιες σχέσεις, γι’ αυτό και σπανίως γινόταν λόγος για εκείνη στα ΜΜΕ. Παρόλα αυτά, το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Τρία κλικ αριστερά» (1978) πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα και αυτόν τον αριθμό- σύμφωνα με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη- τον άγγιζαν μόνο οι ποιητικές συλλογές του Ελύτη και του Ρίτσου. Η συλλογή μεταφράστηκε και στα αγγλικά το 1983 και έγινε ανάρπαστη και στην Αμερική.
20 πράγματα που πρέπει να γνωρίζεις για την Κατερίνα Γώγου:
- Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου του 1940.
- Από πολύ νεαρή ηλικία, εργάζεται σε παιδικούς θιάσους και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος Φιλμς. Ο κόσμος συνήθιζε να χαρακτηρίζει την μικρή Κατερίνα «παιδί θαύμα».
- Έγινε αρχικά γνωστή μέσα από τους ρόλους της στις ταινίες «Το Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο», «Μια τρελή τρελή οικογένεια», «Η δε γυνή να φοβήται τον άντρα»και πολλές άλλες.
- Η Γώγου (ως Λαζάρου) είναι εκείνη που λέει την κλασική πλέον ατάκα: «πρόσεχα την Πολυχρονοπούλου, που πρόσεχε την Ξανθοπούλου, που μίλαγε με τη Γιαδικιάρογλου» στην ταινία «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο».
- Το 1977, κερδίζει το βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το ρόλο της στην ταινία «Βαρύ Πεπόνι» του σκηνοθέτη και συζύγου της, Παύλου Τάσιου.
- Το 1978 κυκλοφορεί η πρώτη της ποιητική συλλογή «Τρία κλικ αριστερά».
- Το 1980 πρωταγωνιστεί στην ταινία «Παραγγελιά». Σκηνοθέτης ο σύζυγός της, Παύλος Τάσιος. Στην ταινία χρησιμοποιήθηκαν ποιήματά της που απήγγειλε η ίδια σε μελοποίηση του Κυριάκου Σφέτσα.
- Στο CD «Στον Δρόμο» (1982), την ακούμε να διαβάζει ποιήματα από τα βιβλία της «Τρία κλικ Αριστερά» και «Ιδιώνυμο». Στο CD σε διάφορες λέξεις των ποιημάτων της ακούγεται το χαρακτηριστικό μπιπ της λογοκρισίας.
- Το 1984 πρωταγωνιστεί στην ταινία «Όστρια» σε σενάριο δικό της και του σκηνοθέτη της ταινίας Α. Θωμόπουλου, για το οποίο και μοιράστηκαν το βραβείο Καλύτερου Σεναρίου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
- Ανήκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο των Εξαρχείων με ενεργό αντισυμβατική δράση. Στάθηκε στο πλευρό πολλών αναρχικών και συμμετείχε μάλιστα και σε επιτροπές που μάχονταν για την αποφυλάκισή τους.
- Ο πρώην υπουργός και ποιητής Τηλέμαχος Χυτήρης την αποκάλεσε «Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων».
- Η σχέση της με την αστυνομία δεν ήταν καθόλου καλή. Είχε, μάλιστα, συλληφθεί αρκετές φορές. Τον Ιανουάριο του 1980, όταν η «17 Νοέμβρη» σκότωσε στο Παγκράτι δύο αστυνομικούς, η Γώγου θεωρήθηκε ύποπτη και συνελήφθη μετά από καταγγελία μάρτυρα που υποστήριξε ότι μια γυναίκα έφυγε τρέχοντας από το σημείο της δολοφονίας. Όμως, δεν βρέθηκαν ποτέ αποδείξεις και η Κατερίνα αφέθηκε ελεύθερη. Έξι χρόνια μετά, η σχέση της με την αστυνομία ήρθε και πάλι σε ρήξη μετά από μήνυση που κατέθεσε η ίδια στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, επειδή κατά τη διάρκεια μιας πορείας είχε δεχτεί επίθεση από αστυνομικούς.
- Το 1986, η Κατερίνα έλεγε: «Δεν θέλω να γίνω μελό, δεν πουλάω τα παιδικά μου χρόνια, ούτε τα πρόσφατα… Ελπίζω. Αν δεν ελπίζω εγώ, ποια θα ελπίζει; Είμαι μάχιμη. Ουαί και αλίμονο αν αυτό δεν είναι ναι στη ζωή. Έγραφα γιατί ήταν μια αναγκαιότητα για μένα. Μια κίνηση για να μην αυτοκτονήσω. Τώρα μου έχει περάσει. Δεν θέλω να αυτοκτονήσω, έχω φύγει από αυτό. Αισθάνομαι ανασφαλής γιατί βγαίνω και μιλάω χωρίς να έχω τίποτα, χωρίς να ανήκω πουθενά…»
- Το 1991 έλεγε: ” Έχω ένα παράπονο… Άκου το. Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζώσα είμαι εγώ…”.
- Ο ποιητικός χώρος των γραπτών της είναι το αστικό τοπίο του κέντρου της Αθήνας: η πλατεία Εξαρχείων, η οδός Πατησίων, η πλατεία Ομονοίας.
- Εκδίδει συνολικά τις παρακάτω ποιητικές συλλογές: «Tρία κλίκ αριστερά» (1978), «Ιδιώνυμο» (1980), «Το Ξύλινο Παλτό» (1982), «Απόντες» (1986), «Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών» (1988), «Νόστος» (1990). (Μεταθανάτια κυκλοφορία: «Με λένε Οδύσσεια- 2002).
- Την τελευταία περίοδο της ζωής της, οι φίλοι της την είχαν ξεγράψει. Το σπίτι της δεν ήταν γεμάτο με κόσμο, όπως συνήθως. Πολλοί έλεγαν πως δεν μπορούσαν πλέον να συνεννοηθούν μαζί της, πως δεν μπορούσε να κοιτάει καν τους ανθρώπους στα μάτια, πως της έπαιρνε χρόνο μέχρι να αναγνωρίσει κάποιον. Πως ήταν χαμένη. Και, κάπως έτσι, σταμάτησαν να ασχολούνται. Η είδηση του θανάτου της προκάλεσε μεγάλη θλίψη αλλά, όπως έχουν αναφέρει πολλοί που τη γνώριζαν, καθόλου έκπληξη.
- Η κόρη της, η Μυρτώ, σε συνέντευξή της αναφέρει πως η Κατερίνα Γώγου της είχε πει: «Τις Κυριακές δεν τις αντέχω! Άλλη Κυριακή δεν θα τη βγάλω πέρα!». Κάπως έτσι έγινε. Αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή της μια Κυριακή.
- Στις 3 Οκτωβρίου του 1993 η 53χρονη Κατερίνα Γώγου βρέθηκε νεκρή στο παλιό διαμέρισμα της μητέρας της στο Μεταξουργείο, όπου είχε αποσυρθεί. Η αιτία του θανάτου της ήταν ένα κοκτέιλ χαπιών και αλκοόλ.
- Σύμφωνα με τον Γιώργο Χρονά («Οδός Πανός» νο.83-84), την Τετάρτη 6 Οκτωβρίου του 1993 οι εκφωνητές των ειδήσεων ανέφεραν ως τελευταία είδηση της ημέρας πως «η ηθοποιός Κατερίνα Γώγου, 53 ετών, βρέθηκε νεκρή την Κυριακή, αλλά μόλις χθες διαπιστώθηκε η ταυτότητά της».
Ούτε Μαγιακόφσκι της πλατείας Εξαρχείων ούτε Σάρα Κέιν ούτε Σύλβια Πλαθ ούτε απλώς μια γυναίκα αυτοκαταστροφική. Είναι το έργο της. Είναι η Κατερίνα Γώγου. Όχι πια ταμπέλες επειδή δε γνωρίζει ο κόσμος πώς να την πει, μιας και δεν μπήκε ποτέ σε καλούπια.
Αυτά λίγο πρόχειρα για την αποκατάσταση της Κατερίνας.
Ένα γράμμα από την Λουκία στην Κατερίνα με αγάπη:
Δεν ξέρω, Κατερίνα, αν θα ρθει καιρός που
τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
και δε θα βγαίνουν στην τύχη,
που τη δουλειά θα τη διαλέγουμε και
δε θα μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Δεν ξέρω, Κατερίνα μου, αν θα ρθει καιρός που
οι άνθρωποι θα μιλάνε με χρώματα κι άλλοι με νότες.
Όχι, Κατερίνα, δεν ξέρω αν τελικά
θα την αλλάξουμε παρ’ όλα αυτά τη ζωή.
Ελπίζω, όμως. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζω να ελπίζω.
Και χάρη σε σένα, έχω πάντα το νου μου
πού είναι ο στόχος.
Και ξέρω πια τι είναι το μόνο που έχει σημασία:
Να παραμένεις άνθρωπος.
Συνέντευξη της Κατερίνας Γώγου στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία (24/5/1988):
-Μου είχες πει τότε, ότι το να γράφεις και να βγάζεις ένα βιβλίο είναι για σένα μια κίνηση αναγκαιότητας, για να μην τρελαθείς, για να μην αυτοκτονήσεις.
-Είναι και κάτι άλλο. Εκτίθεσαι. Βγάζεις την ψυχή σου στο φως. Και υπάρχουν κι αυτοί που βλέπουν κι αλληθωρίζουν. Γι αυτό λέω ότι υπάρχει και η διαπόμπευση.
-Δεν είμαστε έτσι κι αλλιώς εκτεθειμένοι;
-Έτσι κι αλλιώς. Μόνο που τα γραφτά μένουν.
-Έλεγες ακόμη, ότι σου συνέβησαν κάποια πράγματα που σε καθιστούσαν ανασφαλή. Αισθάνεσαι το ίδιο;
-Όχι, νομίζω ότι έχω μεγαλώσει, και το μεγαλώνω σημαίνει ότι χρειάζομαι όλο και λιγότερα. Για μένα…
-Και είναι καλό αυτό;
-Ναι, όσο λιγότερα χρειάζεσαι, τόσο αποδεσμεύεσαι από τις ανασφάλειες σου.
-Θα ‘λεγε κανείς πως το νέο σου βιβλίο είναι μια λακωνική αυτοβιογραφία.
-Ένα κομμάτι. Ένα ποιητικό ανηφορικό οδοιπορικό και εύχομαι να τελειώσει εδώ αυτός ο κύκλος, να ‘χω να πω χαρούμενα πράγματα. Γιατί η ζωή έχει γίνει σαν κινούμενη άμμος. Θα ‘θελα να γράψω ένα βιβλίο που να δίνει χαρά, δύναμη και καλή ενέργεια.
-Ήταν τόσο άσχημα αυτά τα δύο χρόνια;
-Ναι…
-«Προκάλεσα με πάθος τη ζωή» λες σε κάποιο στίχο. Πώς την προκάλεσες;
-Έπαιζα μαζί της. Κι άμα παίζεις με τη ζωή, παίζεις και με το θάνατο – αν και νομίζω ότι το βιβλίο είναι πιο καθαρό από το λόγο μου. Κάπου λέει: «Λόγος τραυλίζων, ψυχή πάσχουσα».
-Τώρα παίζεις με την ζωή;
-Νομίζω παίζει αυτή μαζί μου και ίσως να προσπαθεί να μου μάθει κάτι που δεν το έμαθα και τώρα με παιδεύει, με την έννοια της γνώσης, της πραγματικής γνώσης.
-Αλλά αυτή θέλει το χρόνο της για να κατακτηθεί.
-Ναι, κι εγώ νομίζω ότι άργησα.
-Ο θάνατος σε απασχολεί;
-Ναι, πάντα. Είναι αυτό που δεν ξέρω και θέλω να μάθω.
-Μόνο που το μαθαίνεις μια και καλή.
-Ναι…
-Κάπου αλλού λες: «Δέντρο ήμουνα κι έσπασα. Μου σπάσαν όλα τα κλαδιά». Απελπιστικό είναι.
-Αλήθεια είναι. Και την αλήθεια όταν την ονοματίζεις παύει να είναι απελπιστική. Είναι σαν να ξορκίζεις το κακό. Αυτό που λες εσύ απελπισία, για μένα ήταν απελευθέρωση. Δε θα μπορούσα τώρα να γράψω το «Τρία κλικ αριστερά».
-Γιατί;
-Το «Κλικ» ήταν σε μια εποχή οριακή, αγωνιστική, επαναστατική. Υπήρχε μια έξαρση, όλοι πιστεύαμε τότε ότι μπορούμε, και καλά κάναμε δηλαδή και το πιστεύαμε. Κι εγώ πιστεύω τώρα με την ίδια δύναμη, αλλά αλλιώς, κι έχω τις ίδιες ηθικές αξίες μέσα μου. Δηλαδή όπως σ’ ένα στίχο εκεί που λέω «Στάθηκα στη σιωπή να ακούσω τη σιωπή μου». Πρέπει να το κάνουμε όλοι μας… Με βάζεις τώρα να κάνω τη δασκάλα, που τάχα τα ξέρει όλα… Αν πάντως πιστεύουνε κάποιοι ότι μ’ αυτό το βιβλίο έσπασα και δεν είμαι ο βράχος που θα ήθελαν, ίσως… Τώρα μπορώ περισσότερα. Τώρα μπορώ πολύ πιο καθαρά να αγαπήσω τον άνθρωπο. Τώρα είμαι πιο καθαρή όταν λέω εμείς…
-Το βιβλίο τελειώνει με τις λέξεις «Μια μέρα λοιπόν…», που είναι σαν μια ανάσα, έτοιμη να πεις κάτι άλλο. Έτσι είναι;
-Αφήνω να πει ο καθένας το δικό του. Γι αυτό έχω λευκές κόλλες, για να μπορούν να ζωγραφίσουν, να γράψουν κάτι δικό τους. Είναι λίγο σαν τετράδιο έτσι το ήθελα.
-Έχεις διάθεση να ξαναγράψεις;
-Κάθε φορά που βγάζω ένα βιβλίο νομίζω ότι είναι το τελευταίο, και όταν πίνω σκίζω τα βιβλία μου. Έπειτα μου ξανάρχεται η διάθεση…
–Οπότε, γράφοντας ή όχι, τι θέλει να κάνει η Κατερίνα;
-Δε ξέρει… Η Κατερίνα θέλει να κάνει ταινίες, να παίξει ξανά θέατρο. Η Κατερίνα θέλει να ερωτευτεί, θέλει να ζήσει, θέλει τους φίλους της πίσω…
Αφιέρωμα στην Κατερίνα Γώγου από τον ΑΝΤ1 το 1993:
Κατερίνα Γώγου- Για την αποκατάσταση του μαύρου- τρέιλερ
Κατερίνα Γώγου,«Εμένα οι φίλοι μου»-Magic De Spell, Σ.Μάλαμας
10 ποιήματα της Κατερίνας Γώγου:
Θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα.
Να το θυμάσαι, Μαρία.
Θυμάσαι, Μαρία, στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ’ η ελπίδα
άκου θά ‘ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δεν θα βγαίνουν στην τύχη.
Δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ’ έξω.
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δεν θά ‘μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι- καταπίεση- μοναξιά- τιμή- κέρδος-
εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι, Μαρία – δεν θέλω να λέω ψέματα –
δύσκολοι καιροί.
Και θά ‘ρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ’ όλα αυτά, Μαρία.
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
πού κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τούς στρίμωξαν και τά κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια
μανταλάκια
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Ολο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τούς αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.
Είναι επειδή είμαστε παρέα με το παιδί
κι αμέτρητες φορές- αγκαλιά απ’ τη μέση
μετρήσαμε τ’ άμέτρητα τ’ άστρα
και κείνα, που λέγανε για καλύτερα χρόνια
τα φάγαμε βγάζοντας κουβάδες με νερό,
για να μπορούν να ταξιδεύουνε για πάντα
τα πλοία που δεν άραξαν
κι είναι επειδή μια και κάτω
κατεβάσαμε όλα τα ξινισμένα κρασιά
και βγάλαμε τα σωθικά μας τραγουδώντας
γεμάτα παράπονο -παιδιακίσα πράγματα-
τον Ιούλιο κάποτε
γι’ αυτό άμα κάνει κανείς μια κίνηση έτσι,
κάνουμε εμείς μια κίνηση πίσω
σα να μη φάμε ξύλο.
Γι’ αυτό αν τύχει και μ’ αγαπήσεις,
πρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύ
πώς θα μ’ αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ.
Κι εδώ. Κι εκεί. Μη! Κι εδώ.
Κι εκεί.
Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου, φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρόμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
Κι ούτε που θα σε ξαναδώ.
Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω «ποιητής».
Μην κλειστώ στο δωμάτιο
ν’ αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις κι ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σε αυτά
για να με τραγουδήσουν.
Μην πάρω μεγάλα κιάλια για να φέρω πιο κοντά
τις δολιοφθορές που δεν θα παίρνω μέρος
μη με πιάσουν στην κούραση
παπάδες και ακαδημαϊκοί
και πουστέψω.
Έχουν όλους τους τρόπους αυτοί
και την καθημερινότητα που συνηθίζεις
όλα έτσι παν
σκυλιά μάς έχουν κάνει να ντρεπόμαστε την αργία
περήφανοι για την ανεργία.
Έτσι είναι.
Μας περιμένουν στη γωνιά
καλοί ψυχίατροι και κακοί αστυνόμοι.
Ο Μάρξ…
τον φοβάμαι
το μυαλό μου δρασκελάει κι αυτόν
αυτοί οι αλήτες φταίνε
δεν μπορώ γαμώτο να τελειώσω αυτό το γραφτό
μπορεί…ε;…μίαν άλλη μέρα…
Αν καμιά φορά με πιάσεις να λέω ψέματα
– σταμάτα να σου πω –
μη βιάζεσαι και με λες ψεύτρα.
Είναι τώρα που δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια
και μπερδεύω πού σταματάει τ’ όνειρο
και πού αρχίζει η αλήθεια….
Ναι. Έτσι είναι όπως τα λες.
Άμα ψάξεις βαθιά
βρίσκεις σπίτια δίπατα
που ‘χουν στο κατώι πήλινα δοχεία
λίγη ώρα μακριά απ’ τη θάλασσα
και κοψοχρονιάς.
Και στο βουνό είν’ όμορφα
με δέντρα και ποτάμια
με γυναίκα και μια γίδα είσαι εντάξει.
Μόνο που εμείς είχαμε αποφασίσει
ν’ αλλάξουμε τον κόσμο
κι αυτό δεν γίνεται με εξοχή.
Το ‘χαμε πει αυτό.
Ψάχναμε να βρούμε όπλα
ξέραμε
πως όλοι πεθαίνουνε
αλλά υπάρχουνε θάνατοι που βαραίνουνε
γιατί διαλέγουμε οι ίδιοι τον τρόπο.
Και μείς αποφασίσαμε
το θάνατο στο θάνατο
γιατί αγαπάγαμε πολύ τη ζωή.
Ξέρω πως υπάρχουνε ατέλειωτες ακρογιαλιές
και δέντρα μες στη θάλασσα
κι ο έρωτας είναι σπουδαίο πράμα.
Αλλά έπρεπε πρώτα να τελειώνουμε με τα γουρούνια.
Ήρθες εδώ και κάπνιζες
κοιτώντας τα σανίδια.
Ήσουν αόριστος και μακρινός
κοκκίνιζες σαν τα κορίτσια
ούτε κουβέντα για όλα αυτά
ούτε κι εγώ σου μίλησα
σου ‘πα μονάχα «μη χάνεσαι»
κι εσύ μου είπες «ναι, μωρέ»
κι έφυγες ξεχνώντας τα τσιγάρα σου.
Έδωσα μια κι εγώ
έτσι όπως έχω δει
να κάνετε οι άντρες
και τρύπησα με το δάχτυλο
πέρα για πέρα το πακέτο.
Δεν ήτανε κι η μάρκα μου, «μωρέ».
Αυτός εκεί
ο συγκεκριμένος άνθρωπος
είχε μια συγκεκριμένη ζωή
με συγκεκριμένες πράξεις.
Γι’ αυτό και
η συγκεκριμένη κοινωνία
για το συγκεκριμένο σκοπό
τον καταδίκασε σε έναν αόριστο θάνατο.
Άσπρη είναι η αρία φυλή
η σιωπή
τα λευκά κελιά
το ψύχος
το χιόνι
οι άσπρες μπλούζες των γιατρών
τα νεκροσέντονα
η ηρωίνη.
Αυτά λίγο πρόχειρα
για την αποκατάσταση του μαύρου.
Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει νά `χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι μου με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει τη φαντασία μου
κι όταν ακούω “Κατερίνα” τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο στόχος,
το νου σου ε;
Τα ποιήματα της Κατερίνας Γώγου, με τον τίτλο “Τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε” (Ποιήματα 1978-2002), κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Εάν σας άρεσε αυτό το άρθρο, θα χαρώ πολύ εάν το μοιραστείτε με άλλους που θεωρείτε πως μπορεί να τους ενδιαφέρει ή εάν το μοιραστείτε στον τοίχο σας στο Facebook ή μέσω άλλων social media με μία κοινοποίηση/share.
Επίσης, θα χαρώ πολύ να μου λέτε σχόλια και εντυπώσεις κάθε φορά που διαβάζετε κάτι.
Το επόμενο μήνυμα απευθύνεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ σε ιδιοκτήτες και διαχειριστές άλλων sites (και όχι σε απλούς χρήστες social media):
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του κειμένου ή μέρους αυτού σε άλλο site/blog (το γνωστό μας copy paste) χωρίς την έγγραφη άδεια του loukini.gr (Λουκία Μητσάκου).
2 σχόλια
“Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου να φεύγουν απ’ την πρέζα.”
Σ΄ ευχαριστώ πολύ για το αφιέρωμα στην Κατερίνα.
Εκεί, την δεκαετία του 80 υπήρχαν τόσοι άνθρωποι που μπορούσαν να σε εμπνεύσουν… Τώρα σιωπή.